ΠΗΓΗ
Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος,
σας γνωρίζουμε ότι από τις διατάξεις του άρ.35 του Υπαλληλικού Κώδικα
(ν.3528/2007) ορίζεται ότι:
«1. Απαγορεύεται ο διορισμός υπαλλήλου, με οποιαδήποτε σχέση, σε δεύτερη θέση:
α) δημοσίων υπηρεσιών,β) νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου,
γ) Ο.Τ.Α., συμπεριλαμβανομένων και των ενώσεων αυτών,
δ) δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών,
ε)νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή το κράτος κατέχει το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου και στ) νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στα υπό στοιχεία β`, γ`, δ` και ε` νομικά πρόσωπα ή επιχορηγούνται από αυτά τακτικώς, κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή κατά τα οικεία καταστατικά ή που τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα κατέχουν το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου.2. Διατάξεις ειδικών νόμων που επιτρέπουν το διορισμό σε δεύτερη θέση εξακολουθούν να ισχύουν.
3. Υπάλληλος που κατά παράβαση των διατάξεων των παραπάνω παραγράφων διορίζεται σε δεύτερη θέση και αποδέχεται το διορισμό του θεωρείται ότι παραιτείται αυτοδίκαια από την πρώτη θέση».
Περαιτέρω, στις διατάξεις του άρ.18 του Υπαλληλικού Κώδικα ορίζεται ότι:
«1. Η υπαλληλική σχέση καταρτίζεται με το διορισμό και την αποδοχή του.
2. Η αποδοχή δηλώνεται με την ορκωμοσία».
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, σε περίπτωση αποδοχής διορισμού ήδη υπηρετούντος υπαλλήλου σε δεύτερη θέση σε έναν από τους φορείς της παρ.1 του άρ.35 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο υπάλληλος δεν οφείλει να υποβάλει αίτηση παραίτησης στον πρώτο φορέα διορισμού του, δεδομένου ότι όπως ρητά προκύπτει από τη διάταξη της παρ.3 του ίδιου άρθρου, η παραίτησή του από το φορέα αυτό θεωρείται ότι συντελείται αυτοδικαίως με την αποδοχή του διορισμού του στο νέο φορέα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ερμηνεία του Υπαλληλικού Κώδικα (Α.Ι. Τάχος-Ι.Λ. Συμεωνίδης, Άρθρα πρώτο-105, Γ’ Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, σελ. 385-386), «Η παρ. 3 προβλέπει ως κύρωση την αυτοδίκαιη παραίτηση κατά πλάσμα του νόμου (=«θεωρείται»). Διότι, η παραίτηση συντελείται χωρίς να απαιτείται και προηγούμενη αίτηση του υπαλλήλου.
Ειδικότερα, η αυτοδίκαιη παραίτηση:
(α) προϋποθέτει «παράβαση» των απαγορευτικών ή των επιτρεπτικών διατάξεων (των παρ. 1-2),
(β) προϋποθέτει αποδοχή του δεύτερου διορισμού (βλ. άρθρα 18-19),
(γ) έχει ως συνέπεια ότι η υπαλληλική σχέση λύεται από το χρονικό σημείο της αποδοχής του δεύτερου διορισμού,
(δ) ακολουθείται από διαπιστωτική πράξη για την αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής σχέσης από την πρώτη θέση…».
Βάσει των ανωτέρω, κατά τη διαδικασία υποβολής των δικαιολογητικών εκ μέρους του υπαλλήλου στη δεύτερη θέση, προκειμένου στη συνέχεια ο φορέας διορισμού στη δεύτερη θέση να προβεί στην έκδοση της πράξης διορισμού του, ο υπάλληλος με υπεύθυνη δήλωση δύναται να γνωστοποιεί ότι υπηρετεί ήδη στο δημόσιο και ότι με την αποδοχή του διορισμού του στη δεύτερη θέση ενεργοποιείται η διάταξη της παρ.3 του άρ.35 του Υπαλληλικού Κώδικα.
Περαιτέρω, στις περιπτώσεις εφαρμογής της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 35 του Υπαλληλικού Κώδικα, ως ημερομηνία διορισμού του υπαλλήλου στη δεύτερη θέση λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία αποδοχής του διορισμού του στη θέση αυτή, η οποία δηλώνεται με την ορκωμοσία, ημερομηνία κατά την οποία άλλωστε λύεται αυτοδικαίως και η υπαλληλική σχέση με την πρώτη θέση.
Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι με τη διάταξη της παρ.17 του άρ.18 του ν.2190/1994, όπως ισχύει, ορίζεται ότι «17.Τακτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμίδας, που διορίστηκαν με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δεν έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν σε διαδικασία πλήρωσης θέσεων των φορέων του άρθρου 14 παρ. 1 , με τις διατάξεις του ίδιου νόμου, πριν παρέλθει πενταετία από την ημερομηνία διορισμού τους».
Διευκρινίζεται, ωστόσο, ότι ο εν λόγω περιορισμός δεν υφίσταται εφόσον η αποδοχή της δεύτερης θέσης αφορά σε διορισμό που γίνεται κατόπιν αίτησης που υποβλήθηκε σε διαδικασία πρόσληψης προ της κατάρτισης της υπαλληλικής σχέσης με την πρώτη Υπηρεσία διορισμού, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν υφίσταται κώλυμα συμμετοχής εφόσον, κατά την ημερομηνία λήξης υποβολής αιτήσεων για τη δεύτερη θέση, έχει λυθεί η υπαλληλική του σχέση με την πρώτη Υπηρεσία διορισμού.
Κατά την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης στη δεύτερη θέση διορισμού, διευκρινίζεται ότι ο υπάλληλος διορίζεται στον εισαγωγικό βαθμό της κατηγορίας του και διανύει εκ νέου δοκιμαστική υπηρεσία. Τυχόν προϋπηρεσία που διαθέτει δύναται να αναγνωριστεί για βαθμολογική ένταξη μετά την μονιμοποίησή του. Για θέματα μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομικών.
Στην Υπηρεσία μας υποβάλλεται σημαντικός αριθμός ερωτημάτων σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα και γενικότερα για ζητήματα που αφορούν θέματα υπηρεσιακής κατάστασης από τους άμεσα ενδιαφερομένους χωρίς να έχουν προηγουμένως απευθυνθεί αρμοδίως στη Διεύθυνση Προσωπικού του φορέα, όπου ανήκουν οργανικά και χωρίς να μας γνωστοποιείται η σχετική απάντηση της Υπηρεσίας τους. Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι η Υπηρεσία μας δεν δύναται να υποκαθιστά τις αρμόδιες Διευθύνσεις Προσωπικού των υπαλλήλων, αλλά αρμοδιότητά της αποτελεί καταρχάς η παροχή οδηγιών στις Διευθύνσεις αυτές είτε κατόπιν υποβολής σχετικών ερωτημάτων, στα οποία περιλαμβάνονται με πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να δοθεί σύννομη απάντηση κατόπιν υπαγωγής τους στις εφαρμοστέες διατάξεις, είτε με την αποστολή εγκύκλιων οδηγιών για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των διατάξεων, οι αποδέκτες του παρόντος παρακαλούνται για την σχετική ενημέρωσή τους, καθώς και για την ενημέρωση των υπαλλήλων τους και των φορέων αρμοδιότητάς τους. Το παρόν προς πληρέστερη ενημέρωση έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, www.minadmin.gov.gr, στη διαδρομή: Διοικητική Ανασυγκρότηση / Ανθρώπινο Δυναμικό / Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων.
H Εγκύκλιος Εδώ
«1. Απαγορεύεται ο διορισμός υπαλλήλου, με οποιαδήποτε σχέση, σε δεύτερη θέση:
α) δημοσίων υπηρεσιών,β) νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου,
γ) Ο.Τ.Α., συμπεριλαμβανομένων και των ενώσεων αυτών,
δ) δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών,
ε)νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή το κράτος κατέχει το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου και στ) νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στα υπό στοιχεία β`, γ`, δ` και ε` νομικά πρόσωπα ή επιχορηγούνται από αυτά τακτικώς, κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή κατά τα οικεία καταστατικά ή που τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα κατέχουν το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου.2. Διατάξεις ειδικών νόμων που επιτρέπουν το διορισμό σε δεύτερη θέση εξακολουθούν να ισχύουν.
3. Υπάλληλος που κατά παράβαση των διατάξεων των παραπάνω παραγράφων διορίζεται σε δεύτερη θέση και αποδέχεται το διορισμό του θεωρείται ότι παραιτείται αυτοδίκαια από την πρώτη θέση».
Περαιτέρω, στις διατάξεις του άρ.18 του Υπαλληλικού Κώδικα ορίζεται ότι:
«1. Η υπαλληλική σχέση καταρτίζεται με το διορισμό και την αποδοχή του.
2. Η αποδοχή δηλώνεται με την ορκωμοσία».
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, σε περίπτωση αποδοχής διορισμού ήδη υπηρετούντος υπαλλήλου σε δεύτερη θέση σε έναν από τους φορείς της παρ.1 του άρ.35 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο υπάλληλος δεν οφείλει να υποβάλει αίτηση παραίτησης στον πρώτο φορέα διορισμού του, δεδομένου ότι όπως ρητά προκύπτει από τη διάταξη της παρ.3 του ίδιου άρθρου, η παραίτησή του από το φορέα αυτό θεωρείται ότι συντελείται αυτοδικαίως με την αποδοχή του διορισμού του στο νέο φορέα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ερμηνεία του Υπαλληλικού Κώδικα (Α.Ι. Τάχος-Ι.Λ. Συμεωνίδης, Άρθρα πρώτο-105, Γ’ Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, σελ. 385-386), «Η παρ. 3 προβλέπει ως κύρωση την αυτοδίκαιη παραίτηση κατά πλάσμα του νόμου (=«θεωρείται»). Διότι, η παραίτηση συντελείται χωρίς να απαιτείται και προηγούμενη αίτηση του υπαλλήλου.
Ειδικότερα, η αυτοδίκαιη παραίτηση:
(α) προϋποθέτει «παράβαση» των απαγορευτικών ή των επιτρεπτικών διατάξεων (των παρ. 1-2),
(β) προϋποθέτει αποδοχή του δεύτερου διορισμού (βλ. άρθρα 18-19),
(γ) έχει ως συνέπεια ότι η υπαλληλική σχέση λύεται από το χρονικό σημείο της αποδοχής του δεύτερου διορισμού,
(δ) ακολουθείται από διαπιστωτική πράξη για την αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής σχέσης από την πρώτη θέση…».
Βάσει των ανωτέρω, κατά τη διαδικασία υποβολής των δικαιολογητικών εκ μέρους του υπαλλήλου στη δεύτερη θέση, προκειμένου στη συνέχεια ο φορέας διορισμού στη δεύτερη θέση να προβεί στην έκδοση της πράξης διορισμού του, ο υπάλληλος με υπεύθυνη δήλωση δύναται να γνωστοποιεί ότι υπηρετεί ήδη στο δημόσιο και ότι με την αποδοχή του διορισμού του στη δεύτερη θέση ενεργοποιείται η διάταξη της παρ.3 του άρ.35 του Υπαλληλικού Κώδικα.
Περαιτέρω, στις περιπτώσεις εφαρμογής της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 35 του Υπαλληλικού Κώδικα, ως ημερομηνία διορισμού του υπαλλήλου στη δεύτερη θέση λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία αποδοχής του διορισμού του στη θέση αυτή, η οποία δηλώνεται με την ορκωμοσία, ημερομηνία κατά την οποία άλλωστε λύεται αυτοδικαίως και η υπαλληλική σχέση με την πρώτη θέση.
Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι με τη διάταξη της παρ.17 του άρ.18 του ν.2190/1994, όπως ισχύει, ορίζεται ότι «17.Τακτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμίδας, που διορίστηκαν με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δεν έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν σε διαδικασία πλήρωσης θέσεων των φορέων του άρθρου 14 παρ. 1 , με τις διατάξεις του ίδιου νόμου, πριν παρέλθει πενταετία από την ημερομηνία διορισμού τους».
Διευκρινίζεται, ωστόσο, ότι ο εν λόγω περιορισμός δεν υφίσταται εφόσον η αποδοχή της δεύτερης θέσης αφορά σε διορισμό που γίνεται κατόπιν αίτησης που υποβλήθηκε σε διαδικασία πρόσληψης προ της κατάρτισης της υπαλληλικής σχέσης με την πρώτη Υπηρεσία διορισμού, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν υφίσταται κώλυμα συμμετοχής εφόσον, κατά την ημερομηνία λήξης υποβολής αιτήσεων για τη δεύτερη θέση, έχει λυθεί η υπαλληλική του σχέση με την πρώτη Υπηρεσία διορισμού.
Κατά την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης στη δεύτερη θέση διορισμού, διευκρινίζεται ότι ο υπάλληλος διορίζεται στον εισαγωγικό βαθμό της κατηγορίας του και διανύει εκ νέου δοκιμαστική υπηρεσία. Τυχόν προϋπηρεσία που διαθέτει δύναται να αναγνωριστεί για βαθμολογική ένταξη μετά την μονιμοποίησή του. Για θέματα μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομικών.
Στην Υπηρεσία μας υποβάλλεται σημαντικός αριθμός ερωτημάτων σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα και γενικότερα για ζητήματα που αφορούν θέματα υπηρεσιακής κατάστασης από τους άμεσα ενδιαφερομένους χωρίς να έχουν προηγουμένως απευθυνθεί αρμοδίως στη Διεύθυνση Προσωπικού του φορέα, όπου ανήκουν οργανικά και χωρίς να μας γνωστοποιείται η σχετική απάντηση της Υπηρεσίας τους. Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι η Υπηρεσία μας δεν δύναται να υποκαθιστά τις αρμόδιες Διευθύνσεις Προσωπικού των υπαλλήλων, αλλά αρμοδιότητά της αποτελεί καταρχάς η παροχή οδηγιών στις Διευθύνσεις αυτές είτε κατόπιν υποβολής σχετικών ερωτημάτων, στα οποία περιλαμβάνονται με πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να δοθεί σύννομη απάντηση κατόπιν υπαγωγής τους στις εφαρμοστέες διατάξεις, είτε με την αποστολή εγκύκλιων οδηγιών για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των διατάξεων, οι αποδέκτες του παρόντος παρακαλούνται για την σχετική ενημέρωσή τους, καθώς και για την ενημέρωση των υπαλλήλων τους και των φορέων αρμοδιότητάς τους. Το παρόν προς πληρέστερη ενημέρωση έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, www.minadmin.gov.gr, στη διαδρομή: Διοικητική Ανασυγκρότηση / Ανθρώπινο Δυναμικό / Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων.
H Εγκύκλιος Εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου