Στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει
κανόνας για το ιδανικό επίπεδο στο οποίο μπορούν να διαμορφωθούν οι
δημοσιές δαπάνες για τους μισθούς των δημοσίων υπάλληλων καταλήγει έρευνα που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το ΔΝΤ και η οποία αναλύει τη διαχείριση των αμοιβών, αλλά και της απασχόλησης στις δομές 20 κρατών.
Η
έρευνα καταδεικνύει τις μεγάλες διαφορές μεταξύ χωρών όσον αφορά στο
μέγεθος των επιπέδων μισθολογικού κόστους, αλλά και στα επίπεδα
απασχόλησης. Όπως τονίζεται από τα μέλη του ΔΝΤ οι σκανδιναβικές χώρες
απασχολούν το 20-25% του πληθυσμού τους στο δημόσιο τομέα, ενώ χώρες όπως η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Ιαπωνία απασχολούν λιγότερο από το 10%.
Η έκθεση του ΔΝΤ συνδέει τα επίπεδα αμοιβών με την απόδοση του προσωπικού των δημοσίων φορέων υποστηρίζοντας πως η παροχή ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών αντισταθμίζει το υψηλό μισθολογικό κόστος. Στην αντίθετη περίπτωση όταν οι υψηλές αμοιβές συνυπάρχουν με χαμηλού επίπεδου υπηρεσίες, τότε η κατάσταση αυτή λειτουργεί σε βάρος της ίδια της χώρας.
«Η πολιτική αμοιβών των δημοσίων υπαλλήλων είναι σημαντική για την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία των οικονομιών και την ευημερία των κοινωνιών», σημειώνει το ΔΝΤ. Το Ταμείο δεν στέκεται μόνον σε αυτή την παρατήρηση. Υποστηρίζει πως η πολιτική αμοιβών στο Δημόσιο πρέπει να είναι ανταγωνιστική, προκειμένου να προσελκύει εξειδικευμένο προσωπικό από τον ιδιωτικό τομέα.
Κατά το Ταμείο οι κυβερνήσεις μπορούν να βελτιώσουν τη σχέση μεταξύ της μισθοδοσίας και της απόδοσης στην εργασία μειώνοντας το φαινόμενο των «εργαζομένων φάντασμα», ήτοι όσων απασχολούνται στο Δημόσιο, αλλά δεν αποδίδουν ικανοποιητικά.
Η έκθεση του ΔΝΤ συνδέει τα επίπεδα αμοιβών με την απόδοση του προσωπικού των δημοσίων φορέων υποστηρίζοντας πως η παροχή ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών αντισταθμίζει το υψηλό μισθολογικό κόστος. Στην αντίθετη περίπτωση όταν οι υψηλές αμοιβές συνυπάρχουν με χαμηλού επίπεδου υπηρεσίες, τότε η κατάσταση αυτή λειτουργεί σε βάρος της ίδια της χώρας.
«Η πολιτική αμοιβών των δημοσίων υπαλλήλων είναι σημαντική για την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία των οικονομιών και την ευημερία των κοινωνιών», σημειώνει το ΔΝΤ. Το Ταμείο δεν στέκεται μόνον σε αυτή την παρατήρηση. Υποστηρίζει πως η πολιτική αμοιβών στο Δημόσιο πρέπει να είναι ανταγωνιστική, προκειμένου να προσελκύει εξειδικευμένο προσωπικό από τον ιδιωτικό τομέα.
Κατά το Ταμείο οι κυβερνήσεις μπορούν να βελτιώσουν τη σχέση μεταξύ της μισθοδοσίας και της απόδοσης στην εργασία μειώνοντας το φαινόμενο των «εργαζομένων φάντασμα», ήτοι όσων απασχολούνται στο Δημόσιο, αλλά δεν αποδίδουν ικανοποιητικά.
Το
ΔΝΤ «αναιρώντας» στη θεωρία τις πολιτικές που εφάρμοσε στην Ελλάδα
αναφέρει πως αν και ορισμένες χώρες έχουν εφαρμόσει μια σειρά
μεταρρυθμίσεων στις αποδοχές του Δημόσιου τομέα στηριζόμενες σε
βραχυπρόθεσμα μέτρα, όπως το προσωρινό πάγωμα στους μισθούς ή το πάγωμα των προσλήψεων, τα παραγόμενα αποτελέσματα ωστόσο δεν ήταν τα αναμενόμενα.
«Αν και αυτά τα μέτρα είναι κατάλληλα όταν οι βραχυπρόθεσμες δημοσιονομικές πιέσεις είναι μεγάλες και το μισθολογικό κόστος είναι σχετικά υψηλό, ωστόσο παρέχουν μόνο προσωρινή ανακούφιση», σημειώνει το ΔΝΤ.
Τέλος το Ταμείο διαπιστώνει κάτι που έχει επαληθευτεί πολλάκις στην ελληνική περίπτωση, ήτοι πως ο περιορισμός των δαπανών που σχετίζονται με το μισθολογικό κόστος γίνεται ακόμη πιο δύσκολος πριν από εκλογές και σε περιόδους οικονομικής επέκτασης.
«Αν και αυτά τα μέτρα είναι κατάλληλα όταν οι βραχυπρόθεσμες δημοσιονομικές πιέσεις είναι μεγάλες και το μισθολογικό κόστος είναι σχετικά υψηλό, ωστόσο παρέχουν μόνο προσωρινή ανακούφιση», σημειώνει το ΔΝΤ.
Τέλος το Ταμείο διαπιστώνει κάτι που έχει επαληθευτεί πολλάκις στην ελληνική περίπτωση, ήτοι πως ο περιορισμός των δαπανών που σχετίζονται με το μισθολογικό κόστος γίνεται ακόμη πιο δύσκολος πριν από εκλογές και σε περιόδους οικονομικής επέκτασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου